Μπίλιοβο

15 χλμ μακριά από την Καλαμάτα στην περιοχή της Αβίας, στην Έξω Μάνη, βρίσκεται ένα από τα πιο καλοδιατηρημένα μονοπάτια της Πελοποννήσου. Είναι το Μπίλιοβο, το οποίο βρίσκεται σε απόσταση 1 χλμ από το χωριό Σωτηριάνικα και ενώνει τον οικισμό με το χωριό Αλτομιρά.

Λόγω της κοντινής του απόστασης από την Καλαμάτα, αποτελεί πόλο έλξης πεζοπόρων και ορειβατικών συλλόγων. Το πετρόχτιστο μονοπάτι προσφέρει μαγευτική θέα  προς τα χωριά της Μάνης και τον Μεσσηνιακό κόλπο. Αποτελεί τμήμα ενός μεγάλου δικτύου καλντεριμιών και μονοπατιών που χρησιμοποιούνταν μέχρι και τα μέσα του 20ου αιώνα για την επικοινωνία των χωριών της Μάνης και του Ταϋγέτου.

Το όνομά του προέρχεται από την σλάβικη λέξη bȉlo που σημαίνει κορυφή (του βουνού), θέλοντας να το περιγράψει σαν το μονοπάτι που οδηγεί στην κορυφή.

Η κατασκευή του ξεκίνησε επί δημαρχίας Ηλία Κατσάκου – Μαυρομιχάλη το 1904 και προέβλεπε την σύνδεση του ορεινού και απομονωμένου οικισμού Αλτομιρά, με τα υπόλοιπα χωριά του κάμπου της Αβίας. Το έργο τελείωσε το 1928, ύστερα από 24 χρόνια (υπάρχει χαραγμένη η ημερομηνία πάνω σε πέτρα).

Έχει 83 στροφές που από αυτές οι 40 είναι κατασκευασμένες με αρχιτεκτονική τελειότητα και μαστοριά. Την χάραξη τους έκανε ο πολιτικός μηχανικός της εποχής, Παναγιώτης Αφεντάκης και κατασκευαστές (εργολάβοι-τεχνίτες) ήταν οι αδελφοί Νικόλαος και Στασινός Σταυριανέας από τα Σωτηριάνικα. Οι υπόλοιπες 43 στροφές του καλντεριμιού δεν εδόθησαν σε εργολάβο. Κατασκευάσθηκαν με προσωπική εργασία των Αλτομιριανών.

Το σωζόμενο σήμερα τμήμα του έχει μήκος 3 χλμ και καλύπτει μια υψομετρική διαφορά 500μ. Οι τριάντα στροφές είναι κατασκευασμένες σε κλίση εδάφους 70 % ενώ οι 78 απο τις 83 στροφές είναι κλίσης 180°.

Εντύπωση προκαλούν οι πέτρες που έχουν χρησιμοποιηθεί, τόσο στις ξερολιθιές όσο και στο στρώσιμο του δρόμου. Σχεδόν όλες είναι πελεκημένες με τα εργαλεία της εποχής, σφυρί και καλέμι. Από τους πελεκητές (λαξευτές) της πέτρας αναφέρουμε τους αδελφούς Παναγιώτη και Κωνσταντίνο Κοζομπόλη από το χωριό Αλτομιρά. Επίσης μάθαμε ότι φουρνέλα με παραμίνα άνοιγε ο επίσης από τα Αλτομιρά Γεώργιος Ψαρέας με το παρατσούκλι (Χούσος), τα δε φουρνέλα γέμιζε με φουρνελομπαρούτι ο Γεώργιος Κεφαλέας. Εργάσθηκαν και πολλοί άλλοι που δυστυχώς τα ονόματά τους δεν μπορέσαμε να μάθουμε.