Το χωριό παλιά γενιά μου
ξύπνησες μες στη καρδιά μου
μια καινούργια ανατριχίλα
με τα δέντρα με τα φύλλα
Κι όπου κι αν σταθώ και γείρω
νιώθω το δικό σου μύρο
και τα μάτια όπου γυρίσω
σένανε θε ν’ αντικρύσω
Χωριάτα είμαι όλο ‘γειά
και σαν τη γριούλα τη γιαγιά
φοράω το μπαρέζι
Γενιά σε νιώθω σα πιοτό
σαν το κρασί το δυνατό
και σαν το πετιμέζι
Κι αν είναι δύσκολες χρονιές
τα παλικάρια με τις νιές
θα ζευγαρώσουν πάλι
‘Αλλα θε να ‘ρθουνε παιδιά
καινούργιους κλώνους και κλαριά το δέντρο μας θα βγάλει
Εδώ, ράτσα αγαπημένη,
είσαι σ’ όλα σκορπισμένη,
στο νερό με το κανάτι,
στη βελέντζα, τη φλοκάτη,
στο τραγούδι, το τροπάρι,
στο καντήλι, το λυχνάρι,
στα δρεπάνια, που θερίζουν,
όλα ράτσα σου θυμίζουν.
Και κρατούν την ευωδιά σου απ’ τα χρόνια τα παλιά σου,
σαν σε γέρικη κασσέλα,
μοσχοκάρφι και κανέλλα.
Το παραπάνω ποίημα είναι του Γιώργου Φτέρη ποιητή – λαογράφου της Μάνης από το χωριό Καρέα. Το ποίημα διακρίνεται για την αμεσότητα και την ζωντάνια της περιγραφής του. Η «χωριάτα» είναι η κοπέλα του χωριού στην μανιάτικη διάλεκτο. Μέσα από αυτήν την μούσα ξετυλίγεται το κουβάρι των αναμνήσεών του.