Πειρατεία εις βάρος Μανιατών το 1825

Του Γιάννη Μιχαλακάκου

εκπαιδευτικού

Το Μαραθονήσι, άποψη του χωριού και των ερειπίων του Γυθείου, χαλκογραφία του Δήμου Stephanopoli από το βιβλίο Voyage de Dimo et Nicolo Stephanopoli en Grèce…, Παρίσι 1800

Είναι γενικά γνωστό πως την περίοδο της Τουρκοκρατίας στον ελλαδικό χώρο η δράση των πειρατών μουσουλμάνων και χριστιανών ήταν ανεξέλεγκτη. Για τον λόγο αυτό οι περισσότεροι οικισμοί κατά την διάρκεια της περιόδου αυτής τόσο για να αποφεύγουν τους πειρατές όσο και τους Τούρκους βρίσκονταν σε ορεινά και ημιορεινά μέρη. Παρά ταύτα η ανάγκη για εμπόριο και ευημερία ήταν επιβεβλημένη. Τα χρήματα που δημιουργούνταν από τις εμπορικές συναλλαγές των Ελλήνων με τις χώρες του εξωτερικού οδήγησαν σε ακμή πολλές περιοχές (Ύδρα, Σπέτσες, κ.ά.). Έτσι πολλά λιμάνια παρά την επικίνδυνη θέση τους συνέχισαν να κατοικούνται και να ευημερούν και κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Μάλιστα μετά τα Ορλοφικά όπου δόθηκαν και κάποια προνόμια για εμπορικούς σκοπούς, όπως για παράδειγμα τα πλοία να φέρουν μικρό οπλισμό για προστασία, η ανάπτυξη του εμπορίου και της οικονομικής ακμής ήταν εκρηκτική.

Το λιμάνι του Γυθείου (Μαραθονήσι όπως λεγόταν τότε), δεν αποτέλεσε εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα. Παρότι οι Μανιάτες δεν ασχολούνταν ιδιαίτερα με το εμπόριο η οικογένεια Γρηγοράκη με τους επιμέρους κλάδους της εκμεταλλευόμενη το λιμάνι αυτό, το οποίο κατά πολλούς ήταν το σημαντικότερο της Λακωνίας την εποχή εκείνη, πλούτισε και ισχυροποιήθηκε. Ωστόσο δεν πρέπει να συγχέουμε το σημερινό Γύθειο με εκείνο του 1821. Κάθε άλλο παρά τον πλούτο και την αίγλη ενός σύγχρονου λιμανιού είχε. Οι περιγραφές ξένων περιηγητών κατά καιρούς μας δίνουν μια εικόνα ενός μικρού οικισμού (100 σπίτια περίπου), προχειροφτιαγμένου με κύρια απασχόληση την ναυτιλία (εμπόριο, ψάρεμα). Μάλιστα οι περιγραφές είναι άκρως κατατοπιστικές και ως προς τις κοινωνικές συνθήκες που επικρατούσαν. Το σύστημα ήταν καθαρά φεουδαρχικό με τον άρχοντα Γρηγοράκη να χτίζει πύργο στην κορυφή του λόφου (1805). Να σημειωθεί βέβαια πως η περιοχή του Γυθείου εντάχθηκε τελευταία στην περιοχή της Μάνης (μετά το 1750) με αποτέλεσμα να υπάρχει γενικότερη αίσθηση ανασφάλειας καθώς οι Τουρκικές επιθέσεις ήταν συχνές.

Μέσα σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ακόλουθο περιστατικό. Στις 7 Οκτωβρίου του 1825 στο Βουλευτικό αναγνώστηκε επιστολή του Μιχάλη Λιναρά και του Παπά Φώτη Σακελλαρίου (Λάκωνες αμφότεροι) στην οποία αναφερόταν ότι ο Γεώργιος Λαλεχός προσορμίστηκε στο Μαραθονήσι και άρπαξε τα υπάρχοντα τους. Μάλιστα εσωκλείονται αναλυτικές πληροφορίες για το τι ακριβώς εκλάπη από το μαρτήγο (είδος πλοίου το αποκαλούν και γολετόμπρικο) το οποίο είχαν κατά την διάρκεια της νύκτας στον λιμένα. Το πλοίο του καπετάν Λαλεχού κατευθυνόταν προς ενίσχυση της φρουράς του Μεσολογγίου όταν για άγνωστους λόγους παρέκλινε της πορείας του και προσορμίστηκε στο Γύθειο προχωρώντας σε πειρατεία.

Το παραπάνω περιστατικό είναι πολύ ενδιαφέρον από διάφορες απόψεις. Πρώτα από όλα κατανοούμε πως μπορεί να βρισκόμαστε εν μέσω ενός απελευθερωτικού αγώνα, μπορεί ο Ιμπραήμ να έχει αποβιβαστεί λίγους μήνες στην Πελοπόννησο, ωστόσο κάποιες συνήθειες του παρελθόντος όπως η πειρατεία ήταν βαθιά ριζωμένη στην συνείδηση των ναυτικών της εποχής. Όπως ο αρματολός μπορούσε να περάσει από την νομιμότητα στην παρανομία και να γίνει κλέφτης έτσι και ο έμπορος μπορούσε να περάσει στην πειρατεία. Όπως έλεγε για τους κατοίκους της Αρεόπολης ο Νικήτας Νηφάκης

“….. Στα φανερά πραματευτές και στα κρυφά κουρσάροι ….”

Αξιόλογο επίσης είναι το θράσος – θάρρος που είχε ο καπετάν Λαλεχός γνωρίζοντας ότι πιθανόν να γίνει αντιληπτός και να καταδιωχτεί σε μια περιοχή με μεγάλη πολεμική παράδοση και πειρατική δράση. Να σημειωθεί εδώ πως ο λόγος που είχε προσορμιστεί το μαρτήγο των Λακώνων στο Γύθειο ήταν για λόγους ασφαλείας από τον εχθρό που περιπολούσε στην περιοχή καθώς το λιμάνι ήταν οχυρωμένο. Δεν σκέφτηκαν καν ότι ελληνικό πλοίο θα προέβαινε σε τέτοια ενέργεια. Έτσι οι Μανιάτες από θύτες έπεσαν θύματα της ίδιας τους της συνήθειας.

Υδραίοι ναυτικοί. Λιθογραφία του A. Friedel

Στο σημείο όμως αυτό ενδιαφέρον έχει να δούμε μερικά βιογραφικά στοιχεία για τα εμπλεκόμενα πρόσωπα:

Ο Μιχάλης Λιναράς καταγόταν από το Μαυροβούνι της Μάνης. Ήταν σύμμαχος και ανιψιός της ισχυρής οικογένειας Γρηγοράκη του Γυθείου. Με τον τρόπο αυτό η οικογένεια του αναδείχτηκε από της επιφανείς – προκριτικές οικογένειες της περιοχής. Κατά την διάρκεια της ελληνικής επανάστασης είχε συμμετάσχει ενεργά από τις αρχές της ενώ πολλά μέλη της οικογένειας του χαρακτηρίστηκαν ως οπλαρχηγοί ενώ ο συγγενής του Νικόλαος Λιναράς ήταν εκπρόσωπος της ανατολικής Μάνης στην Εθνοσυνέλευση το 1831. Αργότερα στην ελεύθερη Ελλάδα τον βρίσκουμε στο χωριό Δρυ.

Ο Παπά Φώτης Σακελλαρίου καταγόταν από την Καλογωνιά της Λακεδαίμονος (εξού και Καλογωνιάτης). Από αρχή του αγώνα της ελευθερίας συμμετείχε ενεργά στην πολιτική αλλά και στρατιωτική οργάνωση του αγώνα. Τον Μάρτιο του 1821 ήταν επικεφαλής των συγχωριανών του και μαζί με τον παπά Καλομοίρη από την Βορδόνια οργάνωσαν την επαναστατική κίνηση της περιοχής. Μάλιστα τον Μάιο του 1821 υπογράφει ως ένας από τους πρώτους οργανωτές της Πελοποννησιακής Γερουσίας στην ουσία του πρώτου πολιτικού οργάνου της επανάστασης. Αναγνωρίστηκε και επίσημα ως οπλαρχηγός Ε Τάξης (Λοχαγός) μετά την επανάσταση για τις υπηρεσίες του.

Ο Γεώργιος Λαλεχός και όχι Νικόλαος όπως πιθανότατα λανθασμένα αναφέρει η πρώτη αναφορά στο Βουλευτικό, καταγόταν από την Ύδρα. Ήταν γόνος ισχυρής ναυτικής οικογένειας με παράδοση στο εμπόριο. Στις 20/4/1795 υπάρχει άφιξη του Γεώργιου Λαλεχού ως καπετάνιου του πλοίου Παναγιά της Ύδρας στο λιμάνι του Λιβόρνο στην Ιταλία. Η οικογένεια Λαλεχού από την αρχή της ελληνικής επανάστασης ήταν στις επάλξεις. Μάλιστα αναφορά του Λάζαρου Λαλεχού, Ανδρέα Βούλγαρη και του Μιαούλη ενημερώνουν τους κατοίκους της Ύδρας στις 30/03/1822 «την χαροποιάν μεγάλην είδησιν», για την καταστροφή της τουρκικής ναυαρχίδας ως αντίποινα για την καταστροφή της Χίου. Ο ίδιος καπετάνιος συγγενής του Γιώργου υπογράφει σε διάφορα έγγραφα της εποχής ως ναύαρχος (επικεφαλής στολίσκου), ενώ συμμετείχε σε δεκάδες ναυτικές επιχειρήσεις σε όλη την διάρκεια του αγώνα. Τον Ιανουάριο του 1826 ο Γιώργος και Ιωάννης Λαλεχός είναι μέρος της Υδραίικης ναυτικής μοίρας στο Μεσολόγγι. Το 1829 από τα αρχεία της ελληνικής παλιγγενεσίας βλέπουμε πως και οι δύο ανήκαν στους σημαντικούς κατοίκους (δημογεροντία) της Ύδρας οι οποίοι ζητούσαν αποζημιώσεις για τις εκδουλεύσεις τους κατά την διάρκεια του αγώνα.  

Γίνεται λοιπόν αντιληπτό πως όλοι οι εμπλεκόμενοι σε αυτό το περιστατικό πειρατείας δεν ήταν τυχαίοι. Όλοι τους ήταν την δεδομένη χρονική περίοδο αναγνωρισμένοι αγωνιστές. Η χρονική επίσης περίοδος είναι πολύ σημαντική καθώς το Μεσολόγγι βρίσκεται υπό στενή πολιορκία. Παρά ταύτα οι ανάγκες για πλουτισμό αλλά και επιβίωση είναι σημαντικές. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως μετά από πέντε χρόνια αγώνα τα χρήματα έχουν τελειώσει και τα πληρώματα των πλοίων αναζητούν τις πληρωμές τους. Η γκρίνια είναι διάχυτη από τις ελλείψεις. Στα ναυτικά ημερολόγια του Σαχτούρη και του Σαχίνη διαβάζουμε πως την επίμαχη περίοδο Ιούλιος – Νοέμβριος του 1825 ο στόλος της Ύδρας και ο καπετάν Λαλεχός βρισκόταν ανοικτά της Μάνης (κάβο Ματαπά). Στο ημερολόγιο αναφέρεται επανειλημμένα «έλλειψης άρτου» από τις 9 Ιουλίου. Μάλιστα ο Λάζαρος Λαλεχός στις 23 Νοεμβρίου ημέρα Δευτέρα δεν άντεξε άλλο την πείνα και σηκώθηκε κι έφυγε για την Ύδρα (ημερολόγιο Σαχίνη). Είναι λοιπόν πολύ πιθανόν αίτιο της πειρατείας να ήταν η αναζήτηση τροφής αλλά και χρημάτων για την ικανοποίηση των πληρωμάτων.

Η αναχώρηση του Λάζαρου Λαλεχού για Ύδρα λόγω πείνας. (Ημερολόγιο Σαχίνη πλοίο Μιλτιάδης).

Έχοντας υπ όψιν τα βιογραφικά των εμπλεκομένων σε αυτή την ιστορία και την κρισιμότητα της ιστορικής περιόδου που διαδραματίζονταν αντιλαμβανόμαστε και την ταχύτητα της απόφασης του Βουλευτικού που αναγνώστηκε την ίδια μέρα 7η Οκτωβρίου 1825. «…το Βουλευτικόν προβάλλει προς το Σ. Εκτελεστικόν να μεταχειρισθεί όλους τους δυνατούς τρόπους δια να μην διασπαρούν τα αρπαχθέντα πράματα….». Από τα παραπάνω συνάγεται το συμπέρασμα πως υπήρχε άμεση αντίδραση και διαταγή στην εκτελεστική εξουσία να διορθωθεί η αδικία καθώς οι στιγμές ήταν κρίσιμες αλλά προφανώς και τα άτομα που επλήγησαν σημαντικά.      

Απόφαση του Βουλευτικού στο Αρχείο Παλιγγενεσίας τόμος 8ος σ. 335

  

   Πηγές

  1. https://www.antikrizontas-tin-eleftheria.gr/catalog/index.html#p=222
  2. http://www.mastrantonis-istiofora.gr/?page_id=94
  3.  Δήμου Stephanopoli από το βιβλίο Voyage de Dimo et Nicolo Stephanopoli en Grèce…, Παρίσι 1800
  4. William Martin Leake, Travels in Northern Greece, I-IV, Λονδίνο 1835
  5. Καπετανάκη Στ. «Αριστεία του 1821 σε Μανιάτες αγωνιστές», εκδόσεις Αδούλωτη Μάνη, Αρεόπολη 2008
  6. Καπετανάκη Στ. «Μανιάτες αγωνιστές του 1821», έκδοση συλλόγου Μανιατών, Καλαμάτα 2005
  7. Σούτσου Αλέξανδρου «Η Τουρκομάχος Ελλάς», εκδ. Αγγελόπουλου, Αθήνα 1850
  8. Σιγαλός Διονύσης «Η Σπάρτη και η Λακεδαίμων», ιδιωτική έκδοση Αθήνα 1962
  9. Αρχεία Παλιγγενεσίας τόμος 1ος Αθήνα 1857 σ. 412
  10. Αρχεία Παλιγγενεσίας τόμος 4ος σ. 538
  11. Αρχεία Παλιγγενεσίας τόμος 7ος σ. 348
  12. Αρχεία Παλιγγενεσίας τόμος 8ος σ. 335
  13. Φραντζή Αμβρόσιου «Επίτομη ιστορία της αναγεννηθείσας Ελλάδος», τόμος 4ος Αθήνα 1841
  14. Σαχτούρη Γεώργιου «Ιστορικά Ημερολόγια του Ναυτικού Αγώνος του 1821», εκδ. Κουσολίνος και Αθανασιάδης, Αθήνα 1890
  15. Σαχίνη Γιώργου «Ημερολόγιο των κατά θάλασσα εκστρατειών εκ της νήσου Ύδρας»,  Εβγήκαμεν εις τα πανιά, επιστημονική υπεύθυνη Αμαλία Παπά, ΓΑΚ, Αθήνα 2020
  16. Πίτσιος, Κώστας Μ. Λακωνικές Σελίδες. – Αθήνα: Καρυάτιδες, 1971
  17. Συλλογικό Έργο, Η Ναυτιλία των Ελλήνων 1700 – 1821, επιμέλεια Τζελίνα Χαρλαύτη, Κατερίνα Παπακωνσταντίνου εκδ. Κέδρος, Αθήνα 2013

Ο Ιωάννης Καποδίστριας στο Πόρτο Κάγιο της Μάνης

επιμέλεια κειμένου Γιάννης Μιχαλακάκος εκπαιδευτικός

παροχή υλικού Δημήτρης Μαριόλης νομικός – ιστορικός

Πύργος Γρηγορακάκη - Ελληνικά Κάστρα
Πύργος οικογένειας Γρηγορακάκη (https://www.kastra.eu/castlegr.php?kastro=grigorakib)

Ο όρμος του Πόρτο Κάγιο αποτελεί σήμερα ένα όμορφο ψαροχώρι της μέσα Μάνης. Ανέκαθεν αποτελούσε πόλο έλξης εξερευνητών, ναυτικών, εμπόρων αλλά και πειρατών. Πρόκειται ίσως για ένα από τα πιο ασφαλή λιμάνια της περιοχής. Ο σημερινός οικισμός κατοικήθηκε σχετικά πρόσφατα (μετά το 1930) ωστόσο γρήγορα έγινε πολύ γνωστός. Πάρα την ανάπτυξή του τα τελευταία χρόνια λίγα είναι γνωστά για την ιστορία του. Κύρια γνώση και παράδοση ακόμα και μεταξύ των παλαιότερων γενιών αποτελεί ότι αποτελούσε λιμάνι από τα οποία εξήγαγαν ορτύκια οι Μανιάτες αλλά και την σχέση του με το γειτονικό κάστρο στο Αχίλλειο.

Πολλοί λίγοι γνωρίζουν την ιστορία της περιοχής και ακόμα πιο λίγοι ερευνούν στα αρχεία για νέα στοιχεία. Για τον έλεγχο του λιμανιού αυτού δόθηκαν ομηρικές μάχες μεταξύ κρατών Βενετών και Τούρκων αλλά και οικογενειών Μιχαλακιάνων και Γρηγορακιάνων ακόμα και την περίοδο που η ελευθερία αχνοφαινόταν (1829). Τελικά η οικογένεια που επικράτησε με την βοήθεια άλλων ντόπιων του Ταινάρου ήταν η οικογένεια Γρηγορακάκη ή Γρηγορακόγγονα όπως λέγεται στην μανιάτικη διάλεκτο.

Ένας από τους πιο επιφανής άνδρες της εποχής ήταν ο Ιωάννης Γρηγορακάκης. Σύμφωνα με τον φάκελο του στα αρχεία της Εθνικής Βιβλιοθήκης, τα αριστεία αγωνιστών και το φύλλο μητρώο του μαθαίνουμε ότι είχε σημαντική δράση την περίοδο της ελληνικής επανάστασης. Γεννήθηκε γεννήθηκε στην Κοίτα του δήμου Μέσσης και κατοικούσε στο Αχίλλειο (Χάρακες) του δήμου Λαγίας στις 5/1/1800. Επί Καποδίστρια έγινε χιλίαρχος. Αναφέρεται ότι το 1834 έγινε υπολοχαγός, το 1837 λοχαγός και το 1843 μετατέθηκε στη Φάλαγγα. Προικοδοτήθηκε ως ταγματάρχης με γραμμάτιο 10.080 δρχ. Παρουσίασε πιστοποιητικό του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και το 1865 χαρακτηρίστηκε υπολοχαγός (οπλαρχηγός 6ης τάξεως).

Τον άνδρα αυτόν όπως βλέπουμε από τα έγγραφα που έρχονται στο φως της δημοσιότητας επέλεξε ο Ι. Καποδίστριας ως υπεύθυνο του εκεί Λιμένα προκειμένου να κρατήσει τις πολιτικές ισορροπίες στην περιοχή αλλά και να τιμήσει τον αγωνιστή. Το έγγραφο που ακολουθεί περιγράφει τον διορισμό του ως Λιμενάρχη του Πόρτο Κάγιο από τον ίδιο τον Καποδίστρια ενώ τον φιλοξενούσε στον πύργο του στους Χάρακες.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ
Ιωάννης Καποδίστριας (http://www.europeanstudies.org.gr/images/docs/Kapoprojgr.pdf)

Αρ. 3525

Ελ(ληνική) Πολιτ(εία)

Ο Κυβ(ερνήτης) της Ελ(λάδος)

Προς τον Διοικητήν της Σπάρτης

          Ο κ. Ιω. Γρηγορακόγκονας, ως πρώην υγειονολιμενάρχης του Πορτοκάγιου, Σας φέρει την παρούσαν μας, δι’ ης σας προσκαλούμεν να τον διορίσετε εκ νέου υγειονολιμενάρχην της θέσεως ταύτης, και του Λιμένος, εφοδιάζοντες τον με το ανήκον δίπλωμα και τας αναγκαίας οδηγίας δια την ακριβήν και μετ’ εμπιστοσύνης εκπλήρωσιν των χρεών του.

          Θέλετε δε προσδιορίσει και τον ανάλογον μισθόν του υπουργήματός του κατά την παραδεδεγμένην τάξιν.

Εν Πόρτο Κάγιω την 24 Απριλίου 1831

Ο Κυβ(ερνήτης)

 (τίθεται η υπογραφή του)

Εν απουσία του Γραμματέως της Επικρατείας

Ν.Γ. Παγκαλάκης  

το γνήσιο έγγραφο που πιστοποιεί την παρουσία του Κυβερνήτη στο Πόρτο Κάγιο

Το παραπάνω έγγραφο αποδεικνύει πως ο Κυβερνήτης δεν είχε εχθρική διάθεση εναντίον των Μανιατών αλλά οι προσπάθειες του να δημιουργήσει οργανωμένο κράτος σε σύντομο χρονικό διάστημα έφεραν πολιτικές αναταραχές που τάραξαν την συντηρητική κοινωνία της εποχής και κυρίως την άρχουσα τάξη που είχε μάθει σε διαφορετικού τύπου Διοίκηση. Από την άλλη δείχνει πως μια σημαντική μερίδα Μανιατών στήριζε τον Κυβερνήτη ώστε να μπορεί να διαμένει στους πύργους τους.

Πηγές

  1. Παροχή ερευνητικού υλικού Δ. Μαριόλη νομικού – Εθνολόγου ιστορικού
  2. Σ. Καπετανάκη «Αριστεία σε Μανιάτες αγωνιστές», Αρεόπολη 2008 εκδ. Αδούλωτη Μάνη
  3. http://www.europeanstudies.org.gr/images/docs/Kapoprojgr.pdf
  4. https://www.kastra.eu/castlegr.php?kastro=grigorakib

6 ΙΟΥΛΙΟΥ 1850 ΕΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΑΦΟΝΗΣΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

άρθρο του Δρ. Κωνσταντίνου Μέντη

Ελαφόνησος παραλία Σίμος φωτό : Κατερίνας Ελεωνόρας Ρασσιά…

ΤΑ ΧΙΛΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΞΕΝΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΑΦΟΝΗΣΟΥ

Η Ελαφόνησος, μετά την καταστροφή της από τους Σαρακηνούς στα μέσα του 9ου αι. περιήλθε το 1207

στην κατοχή του Μ. Βενιέρη, το 1316 στο Λέοντα Κασιμάτη, το 1364 στους Ενετούς, το 1385 στον οίκο Βενιέρη, το 16ο αι. στους Ενετούς, το 1715 στους Τούρκους και το 1797 στους Γάλλους με την συνθήκη του Καμποφόρμιο.

Το 1800 με τη συνθήκη της Κωνσταντινούπολεως αναγνωριζόταν η Επτάνησος Πολιτεία, που συμπεριλάμβανε και την Ελαφόνησο στα Επτάνησα, όπως ρητά ανέφερε και το ψήφισμα της νομοθετικής Συνέλευσης, στις 22 Ιανουαρίου του1804.

Το 1807 η Ελαφόνησος περιήλθε πάλι στην κατοχή των Γάλλων και το 1809 στην κατοχή των Άγγλων.

Χάρτης του αγκυροβολίου κοντά στην Ελαφόνησο. Χρονολογία έκδοσης 1771

Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΚΑΤΟΙΚΗΜΕΝΟΥ ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΟΥ ΝΗΣΙΟΥ –

ΤΗΣ ΕΛΑΦΟΝΗΣΟΥ – ΣΤΙΣ 6 ΙΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ 1850

Το 1828 ο Καποδίστριας προέβη στην de facto προσάρτηση της Ελαφονήσου στην Ελλάδα.

Ακολούθησε Αγγλοελληνική διένεξη που κορυφώθηκε (μαζί και με μία σειρά άλλων γεγονότων) το 1849- 1850.

Οι Άγγλοι απέκλεισαν Ελληνικά λιμάνια (γεγονότα γνωστά ως Παρκερικά) και το θέμα απασχόλησε τη Γαλλική Εθνοσυνέλευση και τη Ρωσία που μέσω του Περσιάνι διαμήνυσε ότι προστατεύει (μαζί με τη Γαλλία) τας νήσους Ελαφόνησον και Σαπιέντζα.

Τέλος στις 6 Ιουλίου του 1850, ο υπουργός των εξωτερικών Ανδρέας Λόντος, υπέγραψε σύμβαση με την Αγγλία με την οποίαν η Ελαφόνησος και η Σαπιέντζα ενώνοντο οριστικά με την Ελλάδα.

Ήταν μάλιστα το πρώτο κατοικημένο νησί των Επτανήσων που απελευθερωνόταν από τους Άγγλους.. αλλά και το πρώτο Κυθηραικό νησί που αποκτούσε της ανεξαρτησία του.

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΜΑΝΗΣ ΣΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΑΦΟΝΗΣΟΥ

Σημαντική ήταν και η συμβολή της Μάνης στην απελευθέρωση της Ελαφονήσου, διότι ο Τζανετάκης (από τη ξακουστή οικογένεια των Γρηγοράκηδων) ίδρυσε το 1837 το συνοικισμό της Ελαφονήσου – παρότι το νησί ανήκε στους Άγγλους- και αυτό τον ισχυρισμό προέβαλαν κυρίως οι Ελληνικές κυβερνήσεις για να διεκδικήσουν το Λαφονήσι.

Την Ιστορική αυτή επέτειο της ένωσης της Ελαφονήσου με την Ελλάδα γιόρτασε για πρώτη φορά η Ελαφόνησος και ο Σμιγοπέλαγος Πολιτισμός της περιοχής στις 6 Ιουλίου του 2003.

 

 

Πηγές

  1. Άρθρο του Κωνσταντίνου Μέντη
  2. https://www.mixanitouxronou.gr/to-mikro-piratiko-nisi-me-tin-exotikes-paralies-ke-tin-archeoteri-vithismeni-poli-4-metra-kato-apo-tin-epifania-tis-thalassas/
  3. http://el.travelogues.gr/item.php?view=52736

 

Ο αγωνιστής του 1821 Ιωάννης Γεωργόπουλος

 

Οπλαρχηγός | ΜΑΝΙΑΤΙΚΑ

χαρακτηριστική φορεσιά αξιωματικού της Φάλαγγας

Ο αγώνας της Ελληνικής επανάστασης του 1821 που οδήγησε στην εθνική ανεξαρτησία δεν οφείλεται μόνο στην συμβολή των μεγάλων πολιτικών και στρατιωτικών προσωπικοτήτων. Ούτε μόνο στην συμβολή των ξένων μεγάλων πολιτικών δυνάμεων της διεθνούς σκηνής εκείνης της εποχής. Η επιτυχία του όλου εγχειρήματος στηρίχτηκε κυρίως στους μικρότερου βεληνεκούς αγωνιστές, που με την μαχητικότητα και αποφασιστικότητα τους συνέβαλαν τα μέγιστα στην εθνική ανεξαρτησία. Ένας από αυτούς τους αγωνιστές είναι και ο Ιωάννης Γεωργόπουλος.

Γεννήθηκε στα 1801 στο χωριό Σκυφιάνικα της ορεινής περιοχής του Μαλευρίου, όπως αναφέρει ο ίδιος σε αίτηση του προς το ελληνικό κράτος στα 1840. Ήταν γιος του Δημάκη Γεωργόπουλου. Η οικογένεια του ανήκε στην ομώνυμη πατριά των Γεωργοπουλιάνων του Μαλευρίου και λογιζόταν σύμφωνα με την προφορική παράδοση στις ισχυρές οικογένειες του τόπου.

Το 1821 συμμετείχε όπως και οι περισσότεροι Μανιάτες αγωνιστές από την αρχή δυναμικά στον αγώνα για την εθνική απελευθέρωση. Σύμφωνα με πιστοποιητικό του 1841 που υπογράφουν οι μάχιμοι οπλαρχηγοί – Ταγματάρχες Πουλικάκος και Πετροπουλάκης η πορεία του αγωνιστή είναι εντυπωσιακή. Το 1821 εκστράτευσε ως επικεφαλής μικρού σώματος στρατιωτών στην ευρύτερη περιοχή της Τρίπολης με σκοπό τότε τον εγκλεισμό των Τούρκων στα κάστρα. Ακολούθως εκστράτευσε στην Ρούμελη και συγκεκριμένα στην περιοχή της Λειβαδιάς. Τούτο ήταν ιδιαίτερα σημαντικό καθώς οι πρώτοι μήνες του αγώνα ήταν καθοριστικοί για την επικράτηση της επανάστασης αλλά και την κινητοποίηση των εκεί πληθυσμών. Έπειτα επέστρεψε στην πολιορκία της Τρίπολης εν αναμονή της άλωσης της.

Το 1823 εκστράτευσε ξανά στην δυτική Ρούμελη. Στόχος της αποστολής αυτής ήταν η αναχαίτιση των Τουρκικών δυνάμεων της περιοχής και η ανακούφιση των πολιορκημένων του Μεσολογγίου κατά την Α πολιορκία καθώς η πόλη αποτελούσε κόμβο στρατηγικής σημασίας. Συμμετείχε μαζί με άλλους Μανιάτες στις μάχες στο Φανάρι της Σπλάντζας και στην Άρτα. Σύμφωνα με προφορική παράδοση της οικογένειας την περίοδο εκείνη τέθηκε υπό τις διαταγές του Καραϊσκάκη. Η συμμετοχή του στις εκεί μάχες είναι σημαντική καθώς υπηρέτησε εκτός Πελοποννήσου.

Γεωργοπουλιάνικα πυργόσπιτα (αδερφομέρια) στα Σκυφιάνικα (φωτό Χ. Γεωργόπουλος)

Μετά την επιτυχή πορεία του εκστρατευτικού σώματος στην Δυτική Ελλάδα και την διάσωση του Μεσολογγίου, το 1824 αναγνωρίζοντας την προφορά του τον προήγαγαν σε εκατόνταρχο. Το πιστοποιητικό της προαγωγής του διασώζεται ως σήμερα.

Το 1825 μετά την αποβίβαση των δυνάμεων του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο συμμετείχε ενεργά στην αντιμετώπισή του. Το έτος αυτό συμμετείχε στις πολιορκίες φρουρίων που διατηρούσαν οι Τούρκοι στην Μεσσηνία. Το 1826 συμμετείχε ενεργά στην προάσπιση της Μάνης από τις δυνάμεις του Ιμπραήμ στον Αλμυρό και τον Πολυάραβο. Στην μάχη του Πολυαράβου μάλιστα μιας και κινδύνευε το χωριό του καθώς βρίσκεται ιδιαίτερα κοντά, σύμφωνα με προφορική παράδοση συμμετείχαν μαζικά όλοι οι χωριανοί ενώ η πατριά του είχαν επικεφαλή τον Βασίλη Λαδονικόλα.

Ταΰγετος, πέτρινο ανάγλυφο του Θεού, ζωντανή παρουσία ...

Το 1825 παντρεύτηκε την Μαρία Νικολάου Δαμιανού με την οποία απέκτησε πέντε παιδιά. Τρία αγόρια και δύο κορίτσια. Το 1839 σύμφωνα με το ΦΕΚ του ίδιου έτους διορίζεται αναγνωρίζοντας το ελληνικό κράτος τις υπηρεσίες του στον εθνικό αγώνα ανθυπολοχαγός της 4ης τετραρχίας της φάλαγγας. Την εποχή εκείνη πρέπει να σημειωθεί ότι το αξίωμα αυτό ήταν ιδιαίτερα σημαντικό όχι μόνο ηθικά αλλά και οικονομικά καθώς οι μισθωτοί ήταν ελάχιστοι. Το 1842 διαμαρτύρεται με αίτηση του στην Διοίκηση της τετραρχίας του ότι αδίκως στερείται το αριστείο του αξιωματικού που σαφώς δικαιούταν. Αυτό ήταν σύνηθες λόγω πολιτικών επιλογών. Αργότερα το θέμα διευθετήθηκε αποδίδοντας του το Αργυρό αριστείο αγώνος.

Στους εκλογικούς καταλόγους του 1847 παίρνει μέρος στην εκλογική διαδικασία δηλώνοντας ως επάγγελμα στρατιωτικός στα Σκυφιάνικα. Αξίζει να σημειωθεί πως σύμφωνα με προσωπική του αίτηση πριν την συνταξιοδότηση του από την βασιλική Φάλαγγα ζήτησε να μην αποστρατευτεί και μην συνταξιοδοτηθεί αλλά να συνεχίσει να υπηρετεί ενεργά τον ελληνικό στρατό ως μάχιμος. Χαρακτηριστικά αναφέρει

«προτιμώ την υπηρεσίαν της φάλαγγος εκ της προικοδοτήσεως αυτής»

 Στους εκλογικούς καταλόγους του 1871 τον ξανασυναντάμε σε ηλικία 70 ετών να ψηφίζει ως γεωργός καθώς έχει συνταξιοδοτηθεί. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο αγωνιστής αυτός όχι μόνο είδε την πατρίδα ελεύθερη αλλά είχε την τύχη να πεθάνει σε μεγάλη για την εποχή ηλικία.

 

Γιάννης Μιχαλακάκος

εκπαιδευτικός

Πιστοποιητικό σημαντικών εκδουλεύσεων

πιστοποιητικό του Ιωάννη Γεωργόπουλου για τις σημαντική προσφορά του στον αγώνα του 1821

ΠΗΓΕΣ

  1. Στ. Καπετανάκη «Αριστεία του 1821 σε Μανιάτες αγωνιστές», εκδόσεις αδούλωτη Μάνη, 2008
  2. Στ. Καπετανάκη «Μανιάτες αγωνιστές του 1821» έκδοση συλλόγου Μανιατών Καλαμάτας, Καλαμάτα 2005
  3. Αρχείο Ελληνικής Παλιγγενεσίας
  4. ΦΕΚ 1839 /αριθμ. 19 του 1859
  5. Αρχείο Εταιρείας Λακωνικών Σπουδών
  6. Προσωπικό αρχείο νομικού – εθνολόγου Δημήτρη Μαριόλη
  7. Εφημερίδα «Καπετάν Ζαχαριάς» φύλλο 15 Ιανουάριος – Φεβρουάριος 1998.
  8. Αρχείο Νίκου Γεωργόπουλου
  9. Αρχείο Χρήστου Γεωργόπουλου
  10. http://taygetos-zeritis.blogspot.com/2012/12/blog-post_9.html

Ο Άγιος Νικόλαος (Βαρδουνοχώρια)

Η εκκλησία του Αγίου Νικολάου στο χωριό (http://naoistimani.blogspot.gr)

Οι Μανιάτες τιμούν ιδιαίτερα τον Άγιο Νικόλαο. Η έντονη παρουσία τους στην θάλασσα είτε ως πειρατές είτε ως εμπορευόμενοι είτε ως ναυτικοί τους δημιούργησε την ανάγκη να προσεύχονται στον προστάτη των θαλασσών. Αμέτρητα εκκλησάκια στο όνομα του Αγίου σε όλη την Μάνη ενώ τρεις τουλάχιστον οικισμοί έχουν σήμερα το όνομα του.

Ο μεγαλύτερος ωστόσο οικισμός που φέρει το όνομα του Αγίου Νικολάου βρίσκεται στον ορεινό όγκο του Ταϋγέτου σε υψόμετρο 420 μ. περίπου και όχι παραθαλάσσια.

Το χωριό αναφέρεται σε διάφορες πηγές των Οθωμανών, Ενετών, Γάλλων και μετά την απελευθέρωση Ελλήνων. Συγκεκριμένα: στο κώδικα Muazzo το 1695 ως San Nicolo, στην απογραφή Grimani το 1700 ως S. Nicola και σε διάφορα βενετικά τεκμήρια από το 1703 έως το 1705 ως San Nicolo και S. Nicola. Απαντάται ακόμα στο ποίημα του Νικήτα Νηφάκη το 1798

«Το Σελεγούδι το φτωχό, τα Κόκκινα λουρία

ο Άγιος ο Νικόλαος και άλλα δυο χωρία»

Αναφέρεται τέλος στη στατιστική Exped. Scient. το 1829 ως Άγιος Νικόλαος. Οι πηγές αυτές παρουσιάζουν τον οικισμό άλλοτε ως οικισμό της Alta Maina  (επάνω Μάνης) και άλλοτε ως οικισμό των Μπαρδουνοχωρίων. Το σίγουρο είναι πως αποτελούσε πάντα Μανιάτικο οικισμό καθώς όλες οι πηγές μιλούν για αμιγή ελληνικό πληθυσμό με ήθη και έθιμα όπως οι Μανιάτες. Το όνομα του οικισμού πιθανόν να προήλθε όπως στις περισσότερες παρόμοιες περιπτώσεις από το όνομα της εκκλησίας του οικισμού.

Το χωριό από το κάστρο της Βαρδούνιας (https://www.exploring-greece.gr)

Πλησίον του οικισμού σε ρόλο μεθοριακού σταθμού το καλά σωζόμενο κάστρο της Μπαρδούνιας, το οποίο φύλαγε τα σύνορα με τα χωριά της «Δώθε Ρίζας του Ταϋγέτου» όπως λέγονταν τα Μανιάτικα χωριά των Μπαρδουνοχωρίων.

Νεότερες απογραφές

Απογραφές: το 1844 είχε 499 ψυχές, το 1861 είχε 493, το 1879 ως Άγιος Νικόλαος – Φρούριο Βαρδούνιας – Παλαιά Βαρδούνια 601, το 1889 είχε 550, το 1896 είχε 547, το 1907 είχε 524, το 1920 είχε 562, το 1928 είχε 573, το 1940 είχε 598, το 1951 είχε 508, το 1961 είχε 362, το 1971 είχε 282, το 1981 είχε 209 άτομα.

Untitled

Το «territorio» περιοχή της Βαρδούνιας και έξω Μάνης (Ζαρνάτας) σε Ενετικό κατάλογο του 1700 με χρώμα το χωριό Άγιος Νικόλαος

 

Πηγές

  1. Κώστας Κόμης, «Πληθυσμός και οικισμοί της Μάνης, 15ος – 19ος αιώνας», εκδόσεις Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα 1995
  2. Γεράσιμος Καψάλης «Η Βαρδούνια και οι Τουρκοβαρδουνιώτες», Πελοποννησιακά τ. Β’, Αθήνα 1957
  3. Breve descrizzione corografica del Pelopomneso o’Morea: Con una gr. Carta
  4. http://www.mani.org.gr/horia/maniatika/horia/horia.htm
  5. http://www.anatolikimani.gov.gr/sightseeing/settlements/Ag-nikolas.html
  6. http://naoistimani.blogspot.gr/p/blog-page_15.html
  7. https://www.exploring-greece.gr

 

 

 

Ο ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΕΙΟΣ ΠΥΡΓΟΣ ΤΗΣ ΛΑΚΩΝΙΚΗΣ ΠΕΤΡΙΝΑΣ

Αναδημοσίευση άρθρου Ιορδάνη Δημακόπουλου (διατηρείται η ορθογραφία του κειμένου)

%cf%83%cf%87%ce%b5%ce%b4%ce%b9%ce%b1%ce%b3%cf%81%ce%bc%ce%bc%ce%b1

Σχεδιάγραμμα του χωριού Πετρίνα

Ή Κώμης «Εκφρασις τοϋ συνδεομένου προς τους Παλαιολόγους «νομοφύλακος ‘Ιωάννου
διακόνου τοϋ Ευγενικού» έχει συνταχθεί, ίσως στό β’τέταρ. τοϋ 15ου αι.,
μετά άπό επιτόπια επίσκεψη και μέ αφορμή τήν ανάληψη θέσεως ή καί παροχή δικαιωμάτων
άμεσα ή έμμεσα σχετιζομένων μέ τή Λακωνική Πέτρινα, τή «χρηστή κώ-
μη’Ότήν όποια καί αναφέρεται.Παρά τή σημασία τοϋ κειμένου γιά τήν ανασύνθεση
της είκόνας ‘ενός υστεροβυζαντινού χωριού ή τήν ιστορική γεωγραφία καί μνημειακή
τοπογραφία της περιοχής του, ή «Εκφρασις δέν είχε απασχολήσει τήν έρευνα.
Σ’αυτήν περιέχεται πάντως καί ή αρχαιότερη μνεία ενός κοινοτικού πύργου,
πoύ βρισκόταν επάνω σέ λόφο, στό μέσον τού χωριού, καί είχε κτισθεί άπό
τους κατοίκους,οι όποιοι μάλιστα τόν είχαν ήδη χρησιμοποιήσει γιά τήν άντί-
μετώπυη επιδρομέων άπό γειτονική περιοχή.

Στά 1554, ή Πέτρινα εμφανίζεται στό χάρτη τού Agnese (Petina), ένώ ό Άμβρ.
Φραντζής καταχωρεί τρείς πύργους στον προεπαναστατικό οικισμό, στον κατάλογο
των πύργων των Τουρκαλβανών της Μπαρδούνιας, πού είχαν εγκατασταθεί εκεί άπό
τό 1715 γιά νά τήν εγκαταλείψουν πανικόβλητοι στις πρώτες ημέρες τού ‘Αγώνα.
Στά 1892,0 Κ. Νεστορίδης,στήν πρώτη έκδοση της ‘Εκφράσεως, σημειώνει, μέ τήν
ίδια όμως ανακρίβεια,τήν ύπαρξη θεμελίων, δήθεν, τοϋ πύργου μέσα στό χωριό.

%cf%80%ce%b5%cf%84%cf%81%ce%af%ce%bd%ce%b1-2

ο πύργος της βυζαντινής περιόδου από τo Google Earth – street view

«Ομως, στή σημερινή Πέτρινα, δ μοναδικός πύργος πού εξακολουθεί νά υφίσταται,
καί μάλιστα άθικτος σχεδόν καί ακέραιος, είναι ακριβώς ό Παλαιολόγειος πύργος
της. ‘Υψώνεται επιβλητικότατος μέσα σέ μεγάλη αυλή,πάνω στην δδ. Θαλή Κουτού-
πη (βλ. τοπογρ., άρ. 1), προς Ν της κεντρικής πλατείας (άρ. 8). Ή θέση του
πάνω σ’έναν άπό τους λόφους της Πετρίνας, σέ συνδυασμό προς τήν Παναγίτσα,τήν
παλιότερη εκκλησία τού χωριού, πολύ χαμηλότερα (άρ. 2), ένα δρομικό κτίσμα στεγασμένο
μέ οξυκόρυφη καμάρα ενισχυμένη μέ σφενδόνιο,πού πρέπει νά ταυτισθεί μέ
μιά άπό τις τρείς εκκλησίες πού μνημονεύει δ Ευγενικός, προσδιορίζει τή θέση
καί τή σημαντική έκταση πού κάλυπτε ή υστεροβυζαντινή Πέτρινα.

παραδοσιακό σπίτι στην Πετρίνα (http://www.exploring-greece.gr)

Τό κτήριο, μοναδικό είδος πύργου της εποχής, παρουσιάζει συγκεκριμένες όμοιότητες προς τά αρχοντικά καί σπίτια τοϋ Μυστρά, καθώς όμως και προς έναν τύπο πύργων
τοϋ τουρκοκρατούμενου Μοριά,ή ύπαρξη και. διάδοση των όποιων μαρτυρεΐται άπό
τό 1671. Πρόκειται γιά άνωγοκάτωγο,πλατυμέτωπο κτίσμα, τοϋ τύπου Β πού διακρίνει
δ ‘Ορλάνδος στο Μυστρά, έξ. διαστ. 6 Χ 14 μ.καί ύψους 10 μ., περίπου,μέ κα-
μαροσκέπαστο Ισόγειο, μέ δύο τοξωτά ανοίγματα στή βόρεια πλευρά, καί μεγάλη αίθουσα
(τρίκλινος) στον όροφο,μέ δυό άντικρυστά θυρώματα εισόδου καί επτά συνολικά
παράθυρα. Σέ επαφή προς τή νότια πλευρά του, υφίσταται καί δεύτερο όρθογώ-
νικδ κτίσμα, λίγο στενότερο, μέ καμαροσκέπαστο ισόγειο καί αρχικό όροφο, τό όποιο
όμως φαίνεται μάλλον νά αποτελεί, μαζί μέ τήν έξ.σκάλα του καί ένα ημικυκλικό
«κλουβί», μεταγενέστερη προσθήκη. Οι τοίχοι είναι κτισμένοι μέ αργούς λίθους
καί πήλινα όστρακα καί μόνον στις γωνίες υπάρχουν λαξευτοί γωνιόλιθοι. «Ολα
τά ανοίγματα είναι τοξωτά,μέ όρθογωνικά όμως πλαίσια,πάνω άπό τό άνώφλι των
όποιων εκτείνεται ανακουφιστικό ημικυκλικό τόξο, άπό εναλλάξ αψιδόλιθους καί
πλίνθους, τριγυρισμένο άπό λεπτή ταινία τούβλων. Στά στηθαία των παραθύρων, καθώς
καί στην όρθογωνική καταχύστρα,πάνω καί πλάγια στό θύρωμα της βόρειας πλευράς,
προεξέχουν ζεύγη μεγάλων πέτρινων φουρουσιών,ειδικού προορισμού. Ή προσπε’-
λαση, κατευθείαν στον όροφο,γινόταν μέ αιρετή σκάλα ή μέ συνδυασμό κτιστής σκάλας,
σέ απόσταση, καί αιρετού σανιδώματος. ‘Εκατέρωθεν των παραστάδων της εισόδου
στον δροφο, εκεί ακριβώς όπου σέ κτήρια του Μυστρά υπήρχαν πλίνθινοι σταυροί
μέσα σέ πλαίσιο άπό τούβλα, εδώ έχουν έντοιχισθεϊ άποτμήματα επιτύμβιων μάλλον
στ»|^ών, μέσα σέ πλαίσιο,μέ παραστάσεις ανδρικής καί γυναικείας μορφής,αντίστοιχα,
πού πρέπει νά προέρχονται άπό τό κοντινό Γύθειο,τήν παράκτια εκείνηπεριοχή γιά τήν όποια ό Ευγενικόςαναφέρει «τείχους ίχνη καί πύργων καί θεάτρου καί οικημάτων αρχαιοτάτων καί αγαλμάτων λείψανα» .

Παρατηρήσεις

Η Πετρίνα σήμερα υπάγεται στον δήμο Ανατολικής Μάνης. Ωστόσο επί Τουρκοκρατίας υπαγόταν στα Βαρδουνοχώρια τα οποία τα κατείχαν οι Τούρκοι. Ο Αμβρόσιος Φραντζής αναφέρει τρεις πύργους στους οποίους διέμεναν Τούρκοι και Αλβανοί αγάδες. Σήμερα δεν σώζονται άλλοι πλην του αναφερόμενου. Το ύψος του 10μ, θεωρείται αρκετά ψηλό μιας και την εποχή που χτίστηκε τα περισσότερα σπίτια της περιοχής δεν ξεπερνούσαν τα 5μ.

ΠΗΓΕΣ

  1. Ιορδάνη Δημακόπουλου «ο Παλαιολόγειος Πύργος της λακωνικής Πετρίνας» 5ο Συμπόσιο Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας και τέχνης, Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία, Αθήνα 1985.
  2. Google Earth – street view

Στροντζά (Προσήλιο)

Στους πρόποδες του Ταϋγέτου, σε υψόμετρο 300 περίπου μέτρων και σε απόσταση 15 km από την πόλη του Γυθείου βρίσκεται το χωριό Στροντζά ή Προσήλιο του Νομού Λακωνίας. Μέσα σε μια κατάφυτη περιοχή, το χωριό αποτελεί έναν πολύ όμορφο οικιστικό σύνολο.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ

Η πρώτη ιστορική αναφορά του χωριού βρίσκεται στα 1700 από τους Βενετούς Grimani. Η βενετική απογραφή αναφέρει χαρακτηριστικά:

Παρατηρούμε δηλαδή ότι στην πρώτη του γνωστή απογραφή το χωριό είχε 97 κατοίκους στα 1700. Οι Βενετοί μάλιστα το τοποθετούσαν διοικητικά στην Επάνω ή Έξω Μάνη.Καταγράφεται ως Stronza. Περί του ονόματος του χωριού κατά πάσα πιθανότητα είναι Σλαβικό κατάλοιπο.

Το 1715 μετά την φυγή των Βενετών από την Λακωνία λόγω της ήττας από τους Τούρκους, ο πρωθυπουργός της Οθωμανικής αυτοκρατορίας Νταμάντ Αλή προκειμένου να περιορίσει τους επιθετικούς Μανιάτες εγκατέστησε Τουρκαλβανούς στο κάστρο της Βαρδούνιας και στα υπόλοιπα Μπαρδουνοχώρια (τα χωριά που υπάγονταν στο κάστρο). Εκεί δημιουργήθηκαν ισχυροί πυλώνες αντίστασης και εποπτείας μιας και οι Τουρκαλβανοί ήταν ιδιαίτερα σκληροί. Η Στροντζά δεν αποτέλεσε εξαίρεση και χτίστηκαν μάλιστα 3 κατά άλλους δύο πύργοι γύρω από το χωριό οι οποίοι για την εποχή τους θεωρούνταν πολύ ισχυροί. Μάλιστα ο W. Leake αναφέρει στην περιήγησή του «70 σπίτια όλα Τούρκικα» γύρω στα 1815.

Προεπαναστατικά η Στροντζά ήταν γνωστή για την δημιουργία μπαρουτιού αν κρίνουμε από το δημώδες:

«πάρτε μπαρούτι από την Στροντζά και βόλια από την Άρτα

Και παλικάρια διαλεχτά από την μικρή Καστάνια»

Με την έκρηξη της επανάστασης του 1821 οι Τουκοβαρδουνιώτες εγκατέλειψαν τον οικισμό για να οχυρωθούν στην Τρίπολη ή στον Μυστρά ή σε άλλα κάστρα της επιλογής τους. Η περιοχή καταλήφθηκε από Μανιάτες κυρίως από την οικογένεια Πατσουράκου. Βέβαια με την πάροδο των ετών συσσωματώθηκαν και άλλοι πληθυσμοί στον τόπο. Αναφορά για την Στροτζά, είναι σε έγγραφο της 31 Μαΐου 1822, περί της καταγραφής της δημοπρασίας του εθνικού λαδιού επαρχίας Μυστρά του έτους 1821, όπου η “Στρότζα” αναφέρεται ότι προσφέρει 10.000 οκάδες λάδι.

Το 1829 ο οικισμός καταγράφεται από την Γαλλική Επιστημονική Αποστολή που ήρθε για έρευνες στην Πελοπόννησο.

Στους εκλογικούς καταλόγους Δήμου Μελιτίνης του 1872 και 1873, στη Στροτζά φαίνονται εγγεγραμμένοι 62 και 63 εκλογείς αντίστοιχα και διαβάζουμε τα ονόματα: Βαφάκος, Βαφεάκος, Γρηγοράκος, Διακουμάκος, Καραμπέρης, Κατάβωλος, Κορωνάκος, Κοτολέβας, Κρητικός, Λιακουνάκος, Μακροδημήτρης, Μονεμβασίτης, Μονοβασίτης, Μοσταφέλος, Μουσταφέλος, Μουτζαφέλος, Μπαροδημήτρης, Παναγιωτακάκος, Παναγιωτάκος, Παβαγιωτάκος, Πατζούρης, Πατσούρης, Ρουμελιώτης, Σκορδιάς, Σπυριδάκος, Σταματάκος, Τζικινάκος, Τσικινάκος και Χίος.

Από τα παραπάνω επώνυμα γίνεται φανερό πως μετά την επανάσταση το χωριό δέχθηκε πλήθος νέων κατοίκων από άλλα μέρη της Ελλάδας που ήρθαν στην Λακωνία για μια καλύτερη ζωή με την δημιουργία του Νέου Ελληνικού κράτους. Τέτοιοι ήταν Ρουμελιώτες, Μονεμβασίτες, Χιώτες ακόμα και Κρήτες. Τα επώνυμα τους είναι προσδιοριστικά του τόπου προέλευσής τους.

Θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε τις συγκρούσεις στην ευρύτερη περιοχή με τους Βαυαρούς του Όθωνα για το ζήτημα της φορολογίας. Ζήτημα επίκαιρο ως τις μέρες μας. Εκεί πρωταγωνίστησε η οικογένεια Πατσουράκου όπου και νίκησε τα κρατικά στρατεύματα.

Στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως αρ. 80/28-12-1836 η Στρουζά ανήκει στην Διοίκηση Λακεδαίμονος, στον Δήμο Κροκεών με έδρα την Πετρίνα και το 1860 η Στροτζά μεταφέρεται διοικητικά στον Δήμο Μελιτίνης, με έδρα τον Άγιο Νικόλαο.

Στις 31-8-1912 με Βασιλικό Διάταγμα, αναγνωρίσθηκε η κοινότητα Στροντζάς που συμπεριλάμβανε και τον οικισμό της Ρόζοβας. Το 1920 η Στροτζά υπάγεται στην επαρχία Λακεδαίμονος, στον αστυνομικό σταθμό Αγίου Νικολάου της υποδιοίκησης Λεβετσόβων της Διοικήσεως Λακωνίας, στο Ειρηνοδικείο Μελιτίνης, στο Πρωτοδικείο και Εφορία Σπάρτης. Στις 23-3-1925 με Προεδρικό Διάταγμα αποσπάσθηκε η Ρόζοβα από την Κοινότητα Στροτζάς.

Το Πάσχα του 1925 ή 1926 οι κάτοικοι είχαν κάτσει στην κουφάλα (η σημερινή η πλατεία του χωριού) και συζητούσαν για να αποφασίσουν το νέο όνομα του χωριού. Εκεί στη κουβέντα έκανε την εμφάνιση του ο φοιτητής της ιατρικής Π. Τριτάκης και σαν σπουδαγμένος που ήταν, τον ρώτησαν για την γνώμη του. Αυτός, βλέποντάς τους όλους να κάθονται στον ήλιο και ο ήλιος να λούζει όλο το χωριό, τους αποκρίθηκε: Ηλιόλουστο ή Προσήλιο. Έτσι λοιπόν οι άρχοντες του χωριού αποφάσισαν Προσήλιο, όνομα και πράγμα.Με Προεδρικό Διάταγμα, στις 19-7-1928, μετονομάσθηκε η Στροντζά σε «Προσήλιον».

Με Βασιλικό Διάταγμα, στις 7-10-1938, διαλύθηκε το Κοινοτικό Συμβούλιο Προσηλίου «λόγω της επιδεικνυόμενης υπό των μελών αυτού μεγάλης ραθυμίας» διορίσθηκε τριμελής διοικούσα επιτροπή εκ των δημοτών 1) Ορέστου Αθ. Παναγάκη ως Προέδρου, 2) Βασιλείου Μιχ. Μουσταφέλου και 3) Δημητρίου Γ. Πατσουράκου ως μελών.

Τέλος με τον Νόμο 2539/1997 το Προσήλιο εντάχθηκε στον Δήμο Σμύνους και με τον Νόμο 3852/2010 ενσωματώθηκε στον Δήμο Ανατολικής Μάνης.

Από την Στροντζά ή Προσήλιο προέρχονται και οι συγγραφείς Γιάννης Ρουμελιώτης και Ευάγγελος Τριτάκης.

Η πορεία του πληθυσμού του χωριού φαίνεται στον παρακάτω πίνακα:

ΕΤΟΣ

ΣΥΝΟΛΟ

ΑΝΔΡΕΣ

ΓΥΝΑΙΚΕΣ

1846

80

1851

124

1879

211

107

104

1900

257

1907

322

157

165

1920

358

166

192

1928

341

158

183

1940

383

169

214

1951

295

1971

147

1981

80

50

30

1991

104

46

58

2001

168

80

88

ΠΗΓΕΣ

Επώνυμα Και Τοπωνύμια Του Παρελθόντος Στη Μάνη

Το πέρασμα των αιώνων οδήγησε ένα μεγάλο μέρος επωνύμων και τοπωνυμίων να ξεχαστούν, να αλλάξουν ή ακόμα και να πάψουν να υπάρχουν μιας και πολλοί οικισμοί ή οικογένειες καταστράφηκαν από την πολυτάραχη ιστορία της περιοχής της Μάνης.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα των παραπάνω προτάσεων αποτελεί η οικογένεια Γρίτση. Σε Ενετικούς καταλόγους του 1618 αναφέρονται διάφοροι οικογενειακοί οικισμοί, μεταξύ αυτών και ο οικισμός Γριτσιάνικα. Μάλιστα το «Γρίτσας» ως κύριο επώνυμο ή παρωνύμιο βρίσκεται σε χρήση στην Λακωνική χερσόνησο ήδη από τα βυζαντινά χρόνια, μιας και Γρίτσας – Ανδρέας Παλαιολόγος ήταν αξιωματούχος στην Λακωνία το 1460.

Το 1808 σε διαθήκη της Μονής Ζερμπίτσης που συντάχθηκε στο Γύθειο αναφέρεται «η Μιχαλού η Γρίτσαινα αφιέρωσε το χωράφι όπου είναι εις την Σελινίτσα όπου είναι το μερδικό της και του αδερφού της». Σήμερα δεν ακούγεται στην περιοχή της Μάνης ούτε το επώνυμο Γρίτσης ούτε το τοπωνύμιο Γριτσιάνικα.

Σε όλο το μήκος της Μάνης υπήρχαν παλαιότερα μεγαλιθικοί οικισμοί που με το πέρασμα των ετών εγκαταλείφθηκαν είτε γιατί ήταν δυσπρόσιτοι είτε λόγω οικιστικής παρακμής. Ο εγκαταλελειμμένος οικισμός Μαύριανος στην ανατολική Μέσα Μάνη αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιου.

Ο οικισμός βρίσκεται κοντά στο χωριό Λουκάδικα. Κατά την διάρκεια της τουρκοκρατίας αποτελούσε πειρατικό κρησφύγετο. Στον συγκεκριμένο τόπο έμενε και ο πειρατής Κάκαβος ο οποίος δρούσε εναντίον των Τούρκων και έμεινε μνημειώδης για τον κούρσο του.

»Αριστερά στην ρεματιά

Αντίκρυ από το κάστρο

Εκεί κοιμάται ο Κάκαβος

Με τα φλουριά γεμάτος»

Ίσως δεν αποτελεί τυχαίο γεγονός πως η τελευταία οικογένεια που εγκατέλειψε τον οικισμό κατά την διάρκεια της Β’ Τουρκοκρατίας ήταν η οικογένεια Κουρσαράκου. Το επίθετο αυτό δείχνει την πειρατική ιστορία του οικισμού Μαύριανου. Σήμερα τα παραπάνω επώνυμα όπως Κάκαβος και Κουρσαράκος δεν ακούγονται στην Μάνη ενώ ο μεγαλιθικός οικισμός έχει πλήρως εγκαταλειφθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε πολλοί δεν γνωρίζουν την ύπαρξή του.

Οικισμός Γουλάς Στη Βάθεια

Παλαιό επώνυμο επίσης το οποίο εμφανίζεται στην περιοχή του Κότρωνα κατά τα υστεροβυζαντινά χρόνια είναι το Κολοκυθάς. Στο αριστερό μέρος του ναού της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα που είναι του 17ου αιώνα υπάρχει τοιχογραφία του Αγίου Δημητρίου στην οποία αναγράφεται «δέησις Θεοδώρου Κολοκυθά». Επίσης στον ναό του Αγίου Ζαχαρία στη Λάγια σε τοιχογραφία του Αγίου Βλάση αναγράφεται «και εβοήθισε ο γιόργης κολοκυθάς ένα βόδη». Προφανώς ήταν προφορά για την ανοικοδόμηση ή την αγιογράφηση.

Είναι άγνωστο επισήμως αν το επώνυμο αυτό συσχετίζεται με το όνομα Κολοκυθιά (πρώην δήμος του Κότρωνα) της ανατολικής Μάνης ή αν είναι σύμπτωση. Δεν είναι γνωστό αν η περιοχή πήρε το όνομα από την οικογένεια ή το αντίθετο. Κάποιοι συσχετίζουν αυτήν την οικογένεια με την οικογένεια Κολοκυθά της Τραπεζούντας που μετά την πτώση της όπως άλλες κατέφυγαν στην Μάνη.

Σήμερα, από παράδοση κυρίως, αποκαλούμε Κολοκυθιά την περιοχή του Κότρωνα, κάστρο Κολοκυθιάς, τα Λουκάδικα, ενώ ως επώνυμο ή παρωνύμιο δεν ακούγεται στην Μάνη.

Παλαιό τοπωνύμιο στην περιοχή της Μάνης, στα σύνορά της για την ακρίβεια, είναι τα Γουλιάνικα. Το τοπωνύμιο αυτό βρίσκεται κοντά στο χωριό Κόκκινα Λουριά. Πιθανόν να προέρχεται από την λέξη Koule (σημαίνει πύργος) και παράφραση αυτού στην μανιάτικη διάλεκτο το Γουλάς. Μάλιστα δεν αποκλείεται εκεί να διέμενε οικογένεια με το όνομα Γουλάκης (ανάλογο του Καστρινός) μιας και οι μικροί οικισμοί ήταν οικογενειακοί ενώ η κατάληξη -ιάνοι και –ιάνικα είναι καταλήξεις οικογενειακών ονομάτων στην λατινική – ενετική γλώσσα.

Ο παραπάνω οικισμός ο οποίος σήμερα δεν κατοικείται καταγράφεται σε διάφορους καταλόγους της ενετοκρατίας στους οποίους αναφέρεται ως ενοικιαζόμενη γη από ισχυρούς άνδρες της Κελεφάς όπως τον Πέτρο Αβραμάκη το 1704 και τον Γρηγόρη Κυριακουλάκη το 1705. Σήμερα το επώνυμο αυτό δεν συναντάται στην Μάνη παρά μόνο το Γουλάκος στην Μέσα ανατολική Μάνη και δεν φαίνεται να έχει σχέση με την παραπάνω οικογένεια του οικισμού Γουλιάνικα.

ΠΗΓΕΣ

  • Κώστα Κόμη «Φορολογικά Κατάστιχα Μάνης – Μπαρδούνιας»
  • Ιωάννη Λεκκάκου «ΜΑΝΗ κοινωνική οργάνωση και ζωή»
  • Ιωάννη Λεκκάκου «ΜΑΝΗ Τα κάστρα και οι πύργοι περιδιαβάσεις ιστορίας»
  • FACEBOOK ομάδα Μάνη παλιές φωτογραφίες -Φωτο Πέτρος Ξυμητήρης-Οικισμός Ολυμπιές 1967

Πόρτο Κάγιο

Το Πόρτο Κάγιο είναι ένα γραφικό ψαροχώρι της Μέσα Μάνης, 39 χλμ. νότια της Αρεόπολης. Βρίσκεται στην περιοχή του Ταινάρου και αποτελεί το επίνειο του χωριού Πάληρος.

Η επιφάνεια του λιμανιού φτάνει το 1 χλμ², το άνοιγμα του λιμανιού του έχει μήκος περίπου 220 μέτρων και είναι το νοτιότερο φυσικό λιμάνι της ηπειρωτικής Ελλάδας.

Κατά την αρχαιότητα λεγόταν Ψαμαθούς (και όπως το αποκαλούν οι ντόπιοι Ψωμαθιάς) από την αρχαία λέξη Ψάμαθος, που σημαίνει θαλάσσια άμμος .

Η αρχαία αυτή ονομασία της περιοχής επιβίωσε και σε διάφορα τοπικά δημοτικά τραγούδια. Παρακάτω σάτιρα…

Ε Γιάννακα η κεφάλα σου

Που ναι σα κολοκύθα

Εδιάηκες στον Ψωμαθιά

Κι έβγαλες παραμύθια

Το σύγχρονο όνομα Πόρτο Κάγιο  πηγάζει από τις λέξεις Πόρτο=λιμάνι και Κάγιο η οποία αποτελεί παραφθορά της λατινικής λέξης  Quaglie=ορτύκι. Το όνομα αυτό δόθηκε λόγω της αποδημίας των ορτυκιών, τα οποία περνούν από την περιοχή κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους.

Αποτέλεσε ένα από τα σπουδαιότερα λιμάνια της Μάνης, το οποίο χρησιμοποιούσαν οι Φοίνικες, οι Μίνωες, οι Κύλικες, οι Ρωμαίοι, οι Βυζαντινοί, οι Φράγκοι, οι Ενετοί, οι Τούρκοι, οι Γάλλοι, οι Άγγλοι και άλλοι λαοί που πέρασαν από την περιοχή, ως φυσικό αραξοβόλι.

Υπήρξε ορμητήριο πειρατών καθώς επίσης και του Λάμπρου Κατσώνη κατά τον 18º αι., ο οποίος με τη βοήθεια των Μανιατών οχύρωσε το Πόρτο Κάγιο και το χρησιμοποίησε ως βάση για τις εξορμήσεις του.

Το 1481 αποχώρησε από το Πόρτο Κάγιο ο Κροκόδειλος Κλαδάς για τη Νάπολη της Ιταλίας, το 1614 έγινε μεγάλη μάχη ανάμεσα σε Τούρκους και Μανιάτες, το 1834 στο λιμανάκι του Πόρτο Κάγιο αποβιβάστηκε μοίρα στόλου των Βαβαρών σταλμένη από τον Όθωνα  για να υποτάξει τους ανυπάκουους Μανιάτες. Σκοτώθηκαν πολλοί Μπαβαροί που είναι θαμμένοι στον τόπο που σήμερα οι ντόπιοι ονομάζουν «Μπαβαρούς», νότια του Πορτοκάγιο.

Πριν επέλθει η απελευθέρωση της Ελλάδας ξεκίνησε ο ανταγωνισμός μεταξύ των Μιχαλακιάνων (Βάθειας – Λάγιας) και των κατοίκων του Παλίρου με επικεφαλή την οικογένεια Γρηγορακάκη για τον έλεγχο της παραλίας. Η διαμάχη αυτή είχε πολλά θύματα και πολλά από αυτά μάλιστα ήταν ήρωες της επανάστασης του 1821 όπως ο οπλαρχηγός Ηλίας Δεκουλάκος.

Οχιά (Νοχιά)

Η Οχιά είναι ένα χωριό της Μέσα Μάνης το οποίο βρίσκεται 3 χλμ δυτικά του Γερολιμένα, σε υψόμετρο 80 μ. απο τη Θάλασσα. Απέχει 26,5 χλμ απο την Αρεόπολη και 52 χλμ απο το Γύθειο. Ανήκει στον Δήμο Ανατολικής Μάνης.

Η παράδοση αναφέρει ότι ιδρύθηκε απο την οικογένεια Σμαήλη (Σμαηλιάνοι) οι οποίοι εκδιώχθηκαν απο τους Κάτω Μπουλαρίους, απο την οικογένεια Θεοδωρακάκη (Θεοδωρακιάνους) και ίδρυσαν το χωριό Οχιά.

Στη θέση του χωριού παλαιότερα υπήρξε παλαιομανιάτικος οικισμός. Πρώτη γραπτή αναφορά απαντάται σε καταλόγους το 1618.

Η Εκκλησιά της Παναγίτσας

Σήμερα στο χώρο υπάρχουν οι εκκλησίες του Αγίου Νικολάου, που χρονολογείται στα μέσα του 12 ου αιώνα και ο ναός της Παναγίτσας

Η Εκκλησία του Αγίου Νικολάου(12 0ς αι.) στην Οχιά

Νοτιοανατολικά του χωριού βρίσκεται και ο Χαραμπός (σπηλαιο-βάραθρο) της Οχιάς, τον οποίο οι παλιοί κάτοικοι τον είχαν συνδέσει με τα βαθιά έγκατα όπου έμενε ο Χάρος.

Ο Χαραμπός της Οχιάς

ΑΠΟΓΡΑΦΕΣ

Οχιά: 1844: 101 κατ. , 1853: 109 κατ. , 1861: 134 κατ., 1879: 174 κατ. , 1889: 190 κατ. , 1896: 164 κατ. , 1907: 173 κατ. , 1920: 194 κατ. , 1928: 156 κατ. , 1940: 152 κατ. , 1951: 99 κατ. , 1961: 70 κατ. , 1971: 25 κατ. , 1981: 30 κατ.